Ένας αετός κυνηγούσε κάποτε έναν λαγό με τόσο μεγάλη ταχύτητα και επιδεξιότητα που όλα έδειχναν ότι το άτυχο ζώο δεν θα αργούσε να πέσει στα νύχια του. Κατατρομαγμένος, απελπισμένος και κουρασμένος από το τρέξιμο ο λαγός συνάντησε ξαφνικά στον δρόμο του ένα μικροσκοπικό σκαθάρι και προσπέφτοντας στα πόδια του είπε:
“Σε παρακαλώ, προστάτεψε με από τον αετό και βοήθησε με να γλιτώσω τη ζωή μου.”
Το σκαθάρι λυπήθηκε τον λαγό, του έδωσε θάρρος και υποσχέθηκε ότι θα του συμπαρασταθεί. Πράγματι, όταν ο αετός πλησίασε το θήραμά του το σκαθάρι μπήκε ανάμεσα σε αυτόν και το λαγό και του φώναξε:
“Αυτό το πλάσμα είναι υπό την προστασία μου. Άσε το να ζήσει και ψάξε κάπου αλλού για την τροφή σου.”
Ο αετός όμως ακούγοντας τα γενναία λόγια του σκαθαριού και βλέποντας το μικρό μέγεθός του, γέλασε αυτάρεσκα, έκανε μια χαψιά το λαγό και πέταξε μακριά, αδιαφορώντας για τις διαμαρτυρίες του μικροσκοπικού εντόμου.
Το σκαθάρι όμως πήρε πολύ βαριά αυτή την προσβολή. Ανέβηκε λοιπόν στην απόκρημνη φωλιά όπου προστάτευε τα αυγά του αετός και τα έσπρωξε όλα στον γκρεμό για να σπάσουν. Από τότε ο αετός δεν κατάφερε να ξαναποκτήσει παιδιά γιατί, όσο καλά και αν προστάτευε τη φωλιά του, κάθε φορά που γεννούσε αυγά και απομακρυνόταν για να βρει τροφή, το σκαθάρι ανέβαινε πετώντας μέχρι εκεί και του τα έσπαγε όλα.
Απελπισμένος, ο αετός απευθύνθηκε στο Δία του οποίου ήταν το σύμβολο και ζήτησε την προστασία του. Ο Δίας λοιπόν πήρε τα αυγά του αετού στην αγκαλιά του και υποσχέθηκε να τα προστατεύει μέχρι αυτά να εκκολαφθούν και να προσέχουν πλέον μόνα τους τον εαυτό τους.
Το σκαθάρι όμως δεν πτοήθηκε ούτε από τον νέο γιγαντιαίο και ισχυρό προστάτη των αυγών. Μάζεψε μια μικρή μπάλα κοπριά, πέταξε μέχρι τον Όλυμπο και την έριξε πάνω στο μπράτσο του Δία. Εκνευρισμένος τότε εκείνος έπιασε τον βόλο αυτής της βρωμιάς με το άλλο του χέρι και τον πέταξε μακριά. Πάνω στη βιασύνη του όμως, ξέχασε τα αυγά του αετού που κρατούσε και αυτά έπεσαν κάτω, σπάζοντας για άλλη μια φορά.
Γι’ αυτό την άλλη φορά σκέψου καλά τις πράξεις σου σε οποιονδήποτε.